Πολύδυμη Κύηση
Πολύδυμη ονομάζεται η κύηση κατά την οποία συνυπάρχουν δύο ή περισσότερα έμβρυα στην ενδομήτρια κοιλότητα. Οι πολύδυμες κυήσεις αποτελούν το 1% όλων των κυήσεων, ενώ οι δίδυμες αποτελούν το 95% του συνόλου των πολυδύμων κυήσεων.
Οι πολύδυμες κυήσεις συνοδεύονται από μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης προγεννητικών και περιγεννητικών επιπλοκών. Το 20% των πρόωρων νεογνών προέρχονται από δίδυμες κυήσεις. Ως εκ τούτου, συχνότερη παρακολούθηση προγεννητικά είναι αναγκαία για να μειώσει τον κίνδυνο για τη μητέρα και τα έμβρυα.
Η μητέρα πιθανόν να αντιμετωπίσει σοβαρή αναιμία, αιμορραγία και σωματική εξάντληση ενώ τα έμβρυα έχουν υψηλό κίνδυνο πρόωρης ρήξης των εμβρυικών υμένων, προωρότητας και ενδομήτριου θανάτου. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η αυξημένη απώλεια της κυήσης και κυρίως η νεογνική νοσηρότητα και θνητότητα.
Οι πολύδυμες κυήσεις εμφανίζουν δύο τύπους δίδυμων κυήσεων:
- Μονοζυγωτικά δίδυμα: προκύπτουν από το χώρισμα του εμβρύου σε δύο όμοια έμβρυα
- Διζυγωτικά δίδυμα: προκύπτουν από τη γονιμοποίηση δύο διαφορετικών εμβρύων
Η έγκαιρη διάγνωση και η τεκμηρίωση μιας πολύδυμης κύησης συμβάλλει ουσιαστικά στην σωστή παρακολούθηση και αντιμετώπιση αυτής της υψηλού κινδύνου κυήσεως.
Παλαιότερα, πριν από την χρήση των υπερήχων, ένας μεγάλος αριθμός διδύμων κυήσεων παρέμενε αδιάγνωστος μέχρι την στιγμή του τοκετού (40% έως50% περίπου). Η αποτυχία αυτής της έγκαιρης διάγνωσης συνέβαλε ιδιαίτερα στα αυξημένα ποσοστά νοσηρότητας και θνησιμότητας, που εμφανίζονταν στις δίδυμες κυήσεις.
Το μεγαλύτερο μέγεθος της μήτρας και το αναμενόμενο για την εβδομάδα κύησης, η ανεύρεση περισσοτέρων της μιας εστίας ακρόασης εμβρυικών καρδιακών παλμών και η ψηλάφηση των μελών περισσοτέρων του ενός εμβρύων ήταν τα κύρια διαγνωστικά κριτήρια.
Σήμερα, η διάγνωση έχει απλουστευθεί και τίθεται έγκαιρα με την εφαρμογή των υπερήχων. Ήδη, από τις πρώτες 6-9 εβδομάδες της κύησης μπορεί να αποκαλυφθεί ο αριθμός των εμβρυϊκών σάκων και οι εμβρυϊκοί καρδιακοί παλμοί. Μετά την επιβεβαίωση της θετικής καρδιακής λειτουργίας και του αριθμού των εμβρύων , το επόμενο, που πρέπει να εκτιμηθεί στον υπερηχογραφικό έλεγχο, είναι ο αριθμός και η θέση των πλακούντων καθώς και ο αριθμός των αμνιακών σάκων. Ο προσδιορισμός του φύλου των εμβρύων μπορεί ενίοτε να βοηθήσει, αφού το διαφορετικό φύλο συνδέεται –εκτός σπανιότατων παθολογικών περιπτώσεων- με διζυγωτικά δίδυμα έμβρυα. Επίσης, η απεικόνιση ξεχωριστών πλακούντων αποτελεί σημείο διχοριονικής δίδυμης κύησης.
Ως διαγνωστικό κριτήριο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το πάχος της αμνιακής μεμβράνης, που είναι αυξημένο στη διχοριονική δίδυμη κύηση, το οποίο εντούτοις δεν αποτελεί απόλυτο δείκτη και απαιτείται ιδιαίτερη εμπειρία του ιατρού για την περαιτέρω εκτίμησή του.